19 Νοεμβρίου 2021

Μια «Αμφιλοχία» λιγότεροι


Τα αποτελέσματα της απογραφής πληθυσμού για το 2021 που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή, δεν μπορώ να τα γνωρίζω. Αυτό όμως το οποίο ξέρω είναι ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τη στιγμή κατά την οποία ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης απηύθυνε χθες άλλο ένα διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό, οι νεκροί από τον κορονοϊό στη χώρα μας ήταν 17.012. Μιας λοιπόν και η τύχη τα έφερε έτσι ώστε περίπου την ίδια εποχή που ξεσπούσε η πανδημία να αρχίζω κι εγώ να εργάζομαι στην Αμφιλοχία, δεν μπορούσα να μην παρατηρήσω πόσο σημαδιακά κοντά ο αριθμός αυτός είναι στο 17.056, τον πληθυσμό δηλαδή του καλλικρατικού Δήμου Αμφιλοχίας, σύμφωνα με την προηγούμενη απογραφή του 2011. Με άλλα λόγια αν θέλετε, από την πανδημία του κορονοϊού στην Ελλάδα, έχει χαθεί μέχρι στιγμής πληθυσμός που αντιστοιχεί σε αυτόν ενός Δήμου όπως η Αμφιλοχία…

Από τα πρώτα καταγεγραμμένα κρούσματα, στις 26 Φεβρουαρίου 2020 και τον πρώτο νεκρό στις 12 Μαρτίου, από το πρώτο lockdown δέκα μέρες αργότερα, από την εποχή που είχαμε τα μαύρα «ρεκόρ» των 100 νεκρών ημερησίως, από τότε που φτάσαμε τα 1000 κρούσματα την ημέρα και τα ξεπεράσαμε, δύο… πέντε… σχεδόν οκτώ φορές, είμαστε μια «Αμφιλοχία» λιγότεροι.

Κάτι παραπάνω από ενάμιση χρόνο από τότε που η νέα ασθένεια μπήκε ξαφνικά και βίαια στη ζωή μας, μετά από τρία lockdown κι άλλα τόσα «κύματα» έξαρσης της νόσου, μια ντουζίνα πρωθυπουργικά διαγγέλματα, άπειρες καθημερινές ενημερώσεις, άρθρα, τηλε-παράθυρα, εκπομπές, καμπάνιες, διαφημίσεις, διατάγματα, ΦΕΚ, ΚΥΑ, κι έναν συρφετό ειδικών και «ειδικών», έχουμε μειωθεί κατά 17.012 εξαιτίας του κορονοϊού και μόνο.

Την ίδια στιγμή, παρακολουθούμε μια κυβέρνηση δίχως βηματισμό, να αντιγράφει ξενόφερτες πολιτικές δίχως καμία επαφή με τη δική μας πραγματικότητα, μια αντιπολίτευση σε εμφανή αμηχανία, μια επιστημονική κοινότητα που αδυνατεί να γίνει πειστική, εκφράζοντας συνεχώς θεωρίες και προβλέψεις που σήμερα χαρίζουν διασημότητα κι αύριο διαψεύδονται, επιστήμονες που νομίζουν ότι έγιναν πολιτικοί, πολιτικούς που νομίζουν ότι έγιναν επιστήμονες, καριέρες και συμφέροντα να εκτοξεύονται, ολόκληρους επαγγελματικούς κλάδους και ζωές να καταποντίζονται, και τον ελληνικό λαό, τον περήφανο αλλά πάντα επιρρεπή σε κάθε λαϊκισμό, καχυποψία και θεωρία συνομωσίας, να είναι διχασμένος για άλλη μια φορά, τώρα ανάμεσα σε «προσεκτικούς» και «μη», σε «μπολιασμένους» και «ψέκες», που αρέσκονται στο να κουνούν το δάκτυλο προς κάθε κατεύθυνση εκτοξεύοντας εκατέρωθεν κατάρες, λες και οι 17.012 νεκροί είναι απλά μια στατιστική, ένα νούμερο δίχως καμία σημασία.

Και μετά από όλα αυτά, και παρ’ όλα αυτά, περιμένω. Περιμένω ότι κάποια στιγμή θα ταρακουνηθούμε, θα πρυτανεύσει η λογική, το αίσθημα αλληλεγγύης, το περίφημο «ελληνικό φιλότιμο», και θα λάβουμε μια περισσότερο υπεύθυνη στάση, απέναντι στον εαυτό μας πρώτα απ’ όλα, στους οικείους μας και στους συνανθρώπους μας στη συνέχεια. Ότι θα παραμερίσουμε τον φόβο και θα κοιτάξουμε την αλήθεια και τα δεδομένα κατάματα. Ότι θα σταματήσουμε να αποδεχόμαστε να συνεχίζουν να χάνονται έτσι τόσες ζωές καθημερινά, ότι αυτή τη μία λύση που έχουμε στη διάθεσή μας, το εμβόλιο, το όποιο εμβόλιο, λύση έστω μεσοβέζικη, έστω με τα πολλά «ναι μεν αλλά», δεν θα την αφήσουμε ανεκμετάλλευτη, για χάρη των φοβιών που ο καθένας μας κουβαλά μέσα του. Το έχουμε χρέος, όχι απέναντι στους 17.012 νεκρούς που έφυγαν για πάντα, αλλά στους ζώντες, εκείνους που δεν μπορούν, που αδυνατούν να προστατεύσουν εαυτόν.

Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, κάποιοι Δήμοι, ιδίως κάποιοι από τους μικρότερους, διενεργούν ενημερωτικές εκστρατείες προσπαθώντας να πείσουν τον κόσμο να απογραφεί, ευελπιστώντας στη διατήρηση ή ακόμη και αύξηση του πληθυσμού τους, πράγμα που μπορεί και να σημάνει μια ίσως ευνοϊκότερη χρηματοδότηση έργων και υποδομών, που θα επιτρέψει έναν καλύτερο και ρεαλιστικότερο προγραμματισμό για το μέλλον. Με όση επιμονή, ειλικρίνεια και διάθεση συνεργασίας όμως κι αν απογραφούμε, έχουμε ήδη χάσει μια «Αμφιλοχία».

Δεν μπορώ να ξέρω πως θα εξελιχθεί η πανδημία, ούτε μέχρι πότε θα μας ταλαιπωρούν μέτρα, περιορισμοί, διατάξεις και διχόνοιες. Για να είμαστε ειλικρινείς, νομίζω κανένας δεν μπορεί πραγματικά να γνωρίζει. Ξέρω όμως ότι μέχρι χθες οι νεκροί από τον COVID-19 στην Ελλάδα ήταν 17.012. Μέχρι σήμερα, θα έχουν προστεθεί κι άλλοι. Μια μικρή γειτονιά ή μια πολυκατοικία μπορεί να έχει κιόλας χαθεί. Εάν συνεχίσουμε έτσι, ο αριθμός αυτός θα συνεχίσει να ανεβαίνει. Μετά από μερικές μέρες, μπορεί να έχει χαθεί ένα χωριό. Αργότερα, ίσως μια κωμόπολη. Και έπεται συνέχεια.

Όταν κάποια στιγμή η Ελληνική Στατιστική Αρχή θα ανακοινώσει τα αποτελέσματα της απογραφής, ξέρω ότι σίγουρα θα μας λείπει μια «Αμφιλοχία». Ας αναλογιστούμε λίγο τι σημαίνει αυτό. Ας είναι αυτή η τελευταία μας απώλεια.

08 Ιουνίου 2021

Γεώργιος Τσόλκας, εκ Μαρανελίου ορμώμενος

Η πρώτη εντύπωση που μου είχε κάνει, ήταν το χαρακτηριστικό και λεβέντικο μουστάκι που τον συνόδευε σε όλη του τη ζωή. Λογικό άλλωστε, αφού αυτό θα ήταν εκείνο που θα αποτυπωνόταν πρώτο-πρώτο στο μυαλό ενός παιδιού γύρω στα 10-12, όσο ήμουν δηλαδή πριν περίπου 30 χρόνια όταν γνώρισα για πρώτη φορά τον Γιώργο Τσόλκα. Το δεύτερο που θυμάμαι από εκείνον, ήταν ο εύθυμος χαρακτήρας και η ευγένειά του. Κι αν μείνετε μαζί μου για μερικές γραμμές ακόμη, θα σας αποκαλύψω και την μυθική του ατάκα, δείγμα μιας σπάνιας ευστροφίας και περηφάνειας, που τον μετέτρεψαν σε θέμα συζήτησης και θαυμασμού απ’ όσους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν.

Μας είχε επισκεφθεί βλέπετε στο σπίτι μας στο Αγρίνιο, δίχως να παραλείψει να φέρει μαζί του μια μεγάλη τούρτα «για την επίσκεψη», αλλά και να χαρτζιλικώσει γερά την αδερφή μου κι εμένα που παρακολουθούσαμε γοητευμένοι τις ιστορίες του ξαφνικού επισκέπτη. Αν και παλιός συμμαθητής των γονιών μου στο Μονοθέσιο Δημοτικό Σχολείο Γέφυρας Βέργας, η ζωή τα είχε φέρει έτσι ώστε να περάσει πολλά χρόνια στα ξένα, σε διάφορες αραβικές χώρες, όπου ασχολούνταν με εργολαβίες έργων και διάφορες άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Έκτοτε, τον συναντούσα που και που, πότε στο χωριό μας, την Πετρώνα Βάλτου και πότε στο καφενείο του «Σαλταούρα», στο Αγρίνιο. Πάντα χαμογελαστός, πάντα ευγενικός, δεν παρέλειπε να με χαιρετήσει εγκάρδια και να με ρωτήσει για τη ζωή μου και τα ενδιαφέροντά μου.

Εκείνο όμως που θέλω να μοιραστώ μαζί σας, είναι μια ανέκδοτη ιστορία από αυτές που σε κάνουν όχι απλά να χαμογελάς αλλά και να εκτιμάς ακόμη περισσότερο κάποιον.

Όπως είπαμε, τα επιχειρηματικά ενδιαφέροντα του Γιώργου Τσόλκα τον ταξίδεψαν σε διάφορες αραβικές χώρες, όπου συνεργάστηκε και γνώρισε πολύ κόσμο. Από εργάτες των εργοταξίων, οδηγούς και τεχνικούς, εργολάβους και μάνατζερ εταιριών, μέχρι μεγαλοστελέχη και προέδρους κολοσσιαίων κατασκευαστικών ομίλων. Κι όπως μπορούσε να αισθανθεί άνετα με τον συνομιλητή του στο καφενείο, άλλο τόσο άνετα μπορούσε να συζητά με εκείνους που βρισκόντουσαν ψηλά στην εταιρική ιεραρχία, παρά την έπαρση που μπορεί να κουβαλούσαν.

Κάποια στιγμή λοιπόν τα έφερε η τύχη έτσι που ο αγαπητός Γιώργος Τσόλκας βρέθηκε σε μια τέτοια παρέα, όπου θέλοντας να εντυπωσιάσουν αλλήλους, άρχισαν όλοι να παρουσιάζουν με στόμφο τα πτυχία τους και τις ακαδημαϊκές τους σπουδές.

«Εγώ, ξέρετε, έχω τελειώσει το τάδε κολλέγιο».
«Σοβαρά αγαπητέ; Εγώ το δείνα Πανεπιστήμιο».
«Εγώ είμαι απόφοιτος του Αριστοτελείου».
«Ενδιαφέρον, εγώ έχω τελειώσει το Μετσόβιο Πολυτεχνείο».

Μοιραία, τα βλέμματα στράφηκαν και προς τον Γιώργο, που στεκόταν παραδίπλα ακούγοντας χαμογελαστός και με ενδιαφέρον τους συνομιλητές και συναδέλφους του.

«Εσύ Γιώργο, αλήθεια, τι έχεις τελειώσει»; του απηύθυνε τελικά κάποιος απ’ όλους το λόγο.
«Εγώ, κύριοι, έχω τελειώσει το Μαρανέλιο*», τους απάντησε ευθύς εκείνος, αποστομώνοντας όλη την ομήγυρη.

Και πως να μη μείνουν όλοι τους πραγματικά «κάγκελο», αφού κανείς τους δεν γνώριζε το ξακουστό ίδρυμα, αλλά και κανείς τους φυσικά δεν τολμούσε να παραδεχτεί ότι δεν το ήξερε, παρά μόνο αμήχανα κουνούσαν καταφατικά το κεφάλι τους;! Απαράδεκτο όλοι αυτοί οι κύριοι, άνθρωποι κοσμογυρισμένοι και με τόσες σπουδές, να μη γνωρίζουν το ξακουστό βαλτινό ίδρυμα που έχει αναδείξει τόσους αποφοίτους, με επιφανέστερο ίσως όλων τον Γιώργο Τσόλκα.

Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει κυρ-Γιώργο. Θα σε θυμόμαστε πάντα για το χαμόγελό σου, την ευγένειά σου αλλά και την ιδιαίτερη βαλτινή σου ευφυία και ετοιμολογία!


* Για τους μη γνωρίζοντες, το Μαρανέλι είναι βουνό του Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας, όπου όταν ήταν παιδί, ο Γιώργος Τσόλκας έβοσκε τα πρόβατα του πατέρα του.

14 Μαΐου 2021

592 ακριβώς

Αριθμητική και σκόρπιες σκέψεις για το τέλος του τρίτου lockdown


Σύνολο ακριβώς 592. Ούτε ένα πάνω, ούτε ένα κάτω. Τόσο μας κάνει δηλαδή αν πολλαπλασιάσουμε τους κωδικούς μετακινήσεων με τον αριθμό των SMS που έχω στείλει από το Μάρτιο του 2020 έως και σήμερα στο 13033. 592 για να εφαρμόσω το σίγουρα βαθιά «συμβολικό» και αμφισβητούμενα «παιδευτικό» μέτρο περιορισμού της διάδοσης της πανδημίας COVID-19.

Ας το πάρουμε λίγο πιο αναλυτικά.

592 μας κάνει αν πάμε 26 φορές για ψώνια και άλλες 90 φορές για βόλτα. Πες το και «περπάτημα», πες το και «άσκηση», δε θα τα χαλάσουμε εκεί, αρκεί να μας βγαίνουν τα νούμερα. 26 φορές το «2» και 90 φορές το «6», όπως μάθαμε στο σχολείο, και άρα πέραν πάσης αμφιβολίας, μας κάνουν ακριβώς το ίδιο όσο μας κάνει το 52 άμα του προσθέσουμε κι ένα 540  ακόμη. 592 ακριβώς δηλαδή.

Εντάξει, άμα το πιάσουμε διεξοδικά το πράγμα και το βάλουμε κάτω και το μελετήσουμε, είμαστε «μείον» στο τελικό ταμείο γιατί κάτι λείπει. Οι μετακινήσεις για δουλειά λείπουν βέβαια. Εκεί όμως δεν έχει SMS κι αστεία. Εκεί έχει προχωρημένα ηλεκτρονικά μηχανογραφικά συστήματα και βεβαίωση μετακίνησης σε χαρτί, χειροπιαστή, που τη βάζεις και σε ζελατίνα για να τη δείχνεις ή και να τη κορνιζάρεις μετά άμα θες. Δε θέλω, το μηδενίζω αυτό, μένω στα SMS που δε τσαλακώνονται.

592. Άμα το ξαναδιαιρέσουμε και το σπάσουμε εφαρμόζοντας με ευλάβεια τους ίδιους συντελεστές, μας κάνει 116. 116 SMS και δύο κωδικοί όλοι κι όλοι για εμένα. Κι άμα βάλουμε και τις μέρες κάτω, μας κάνουν κάπου 400. Πάνω-κάτω, έτσι, για να έχουμε και κανένα στρογγυλό νουμεράκι. Δηλαδή σα να λέμε κάπου δυο μηνύματα την εβδομάδα μέσος όρος. Σαφώς πιο πολλά για «σωματική άθληση» παρά για «ψώνια» όμως, έ; Τρία προς ένα η αναλογία, καλή απόδοση θα έλεγα άμα το πόνταρα. Αλλά που να ποντάρω. Δε με θέλουν τα νούμερα, δε μου βγαίνουν.

592 και μηδέν κιλά. Ούτε ένα πάνω, ούτε ένα κάτω, τόσος μπήκα, τόσος βγήκα. Εδώ νούμερο ζυγαριάς δεν αποκαλύπτω, το ξέρω εγώ. Όπως ξέρω και το στο «συν» πόσα βρέθηκα, στο «μείον» πόσα έπεσα, για να ξανάρθει η βελόνα να κάτσει πάλι με αναίδεια στο ίδιο νούμερο ακριβώς. Αυθάδεια, 90 SMS μετά, το ελάχιστο που μπορώ να πω.

592 και μηδέν ευρώ. Τρία lockdown – μηδέν έλεγχοι – μηδέν πρόστιμα. Μήτε ένας τυπικός έλεγχος, ντιπ, ποτέ. Που μια γύρα να έκανα παλιότερα, μια ταυτότητα θα την έδειχνα στην Ομόνοια, σε ένα αλκοτέστ στο Πάρκο θα έπεφτα. Καλά πήγε αυτό, ας το αφήσουμε έτσι.

592 και 3,363,199 θάνατοι παγκοσμίως όμως το ίδιο διάστημα. Από COVID-19 και μόνο. 11,322 από αυτούς στην Ελλάδα, οι 56 σήμερα. Έτσι μου λέει το www.worldometers.info/coronavirus/ Δεν μπορώ να μετρήσω μόνος μου, θα το πιστέψω.

592 και μια δόση. Μισή από έναν πλήρη εμβολιασμό που θα μου προσφέρει μέχρι και 100% προστασία, λέει. Ούτε εδώ μπορώ να μετρήσω μόνος μου, και πάλι θα το πιστέψω. Αναγκαστικά.

592 τέλος. Και 13033 τέλος. Πάνε αυτοί οι αριθμοί. Τους ξεχνάμε. Τους μηδενίσαμε πες. Τα άλλα τα νούμερα όμως πότε θα μηδενίσουν; Που θα τερματίσει το 3,363,199; Που θα φτάσει το 11,322; Πότε το 56 θα γίνει μηδέν;

592 και αναρωτιέμαι, από πότε τα νούμερα αντικατέστησαν τη ζωή μας; Πότε θα την πάρουμε πίσω και πως θα είναι αυτή;

592 και τι άλλο θα αρχίσουμε να μετράμε τώρα; Θα είναι για καλό ή για κακό; Θα μας βγαίνουν τότε τα νούμερα όπως θέλουμε ή θα έχουμε γκρίνιες;

592 σε έζησα κι εσένα. Δε χάρηκα για τη γνωριμία, στο καλό και μην ξανάρθεις. Θέλω να σταματήσω να μετράω και ν’ αρχίσω να ζω πάλι.

592 λέξεις και 15 φορές το 592.

Εγώ φεύγω,  να σε ξεχάσουμε;