Εάν τέτοια εποχή πέρυσι αποχαιρετούσα τα Γιάννενα με ένα κείμενό μου, νομίζω πως οφείλω να κάνω το ίδιο φέτος και για την Αθήνα, κι ας ρισκάρω έτσι να αποκαλυφθεί η μεγάλη περίοδος που μεσολαβεί από ανάρτηση σε ανάρτηση στο ιστολόγιό μου. Σε αντίθεση όμως με τα Γιάννενα, που για εμένα αποτέλεσαν μια πρωτόγνωρη εμπειρία που άξιζε ξεχωριστής καταγραφής, η Αθήνα είναι μια πολύ παλιά αγαπημένη μου με την οποία με δένουν άλλου είδους δεσμοί, τόσο μακροχρόνιοι όσο και βαθιοί.
Ωστόσο, έναν αποχαιρετισμό τον χρωστάω και πρέπει να τον πω. Δεν θα τον απευθύνω όμως στην πόλη που έζησα τόσα χρόνια και με πολλές διαφορετικές ιδιότητες, από φοιτητής και εργαζόμενος μέχρι φαντάρος, άνεργος, τουρίστας ή απλός επισκέπτης. Αντιθέτως, θα αφιερώσω αυτό το κείμενό μου στους 14 «συναδέλφους», «συμμαθητές», «συν-άνεργους», «συν-καταρτιζόμενους», «συν-δημοσιογράφους», που με ανέχτηκαν και τους ανέχτηκα για κάτι περισσότερο από τρεις μήνες σεμιναριακής κατάρτισης και πρακτικής άσκησης.
«Νέες Προσεγγίσεις στη Δημοσιογραφία» λοιπόν ο βαρύγδουπος τίτλος του σεμιναρίου που επί μήνες περίμενα να ανακοινωθεί, ανησυχώντας για το εάν θα δεχθούν την αίτησή μου και, κυρίως, για το εάν θα καταφέρω να το παρακολουθήσω. Εύκολα συμπληρώνεις μια ηλεκτρονική φόρμα ή στέλνεις έναν φάκελο με φωτοτυπίες πτυχίων και δικαιολογητικών, όταν όμως πρέπει να μετακομίσεις σε μια πόλη όπως η Αθήνα, όντας άνεργος και άνευ εισοδημάτων, τα πράγματα δυσκολεύουν. Η απόφαση όμως ήταν ειλημμένη και τίποτα δεν μπορούσε να με κρατήσει πλέον στο Αγρίνιο. Τα σχέδιά μου περιλάμβαναν την σύντομη μετακόμισή μου στην Αθήνα, την παρακολούθηση του σεμιναρίου φυσικά, συναντήσεις με φίλους, βόλτες στις παλιές γειτονιές και στέκια, μια στοιχειώδη επαγγελματική δικτύωση, και ό,τι ήθελε προκύψει.
Η πραγματικότητα αποδείχθηκε ελαφρά διαφορετική, καθώς αρκετές δυσκολίες, αντικειμενικές και υποκειμενικές, παράλλαξαν τα σχέδιά μου. Ο χρόνος και το χρήμα αποδείχθηκαν περιορισμένα και ο προγραμματισμός μου ήταν μάλλον ανισοβαρής, αφού και εργασία προέκυψε και ένα σωρό άλλες ασχολίες που ούτε καν τις είχα φανταστεί και σχεδιάσει.
Να ‘μαι λοιπόν στην γκαρσονιέρα της Κυψέλης, μια για μάθημα στο ΚΕΚ Ρέντη, μια για πρακτική στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, και άλλο τόσο συχνά να βολοδέρνω στο κέντρο της Αθήνας, ανάμεσα από φίλους, πανεπιστήμιο, εστία, καφετέριες και μεζεδοπωλεία, υπηρεσίες, γραμματεία, βιβλιοθήκη, Πετράλωνα, γιατρούς, ΕΡΤ, Βουλή και υπουργεία, Ααβόρα, Εξάρχεια, Πειραιά... Πάνω-κάτω όλα όπως τα θυμόμουν και τα είχα αφήσει, αλλά ας το μαζέψω καλύτερα πριν αρχίσω να ξεφεύγω, γιατί όπως είπα παραπάνω, σήμερα δεν γράφω για την Αθήνα αλλά για τους 14 «συν-κάτι» μου.
Τα 14 εκείνα άτομα με τους οποίους και τις οποίες ξεκινήσαμε από κοινού μια εκπαιδευτική διαδικασία και μαζί την τελειώσαμε, καταφέρνοντας αυτό το διάστημα που συνυπήρχαμε να κάνουμε τις μεταξύ μας σχέσεις να διανύσουν τόσα διαφορετικά στάδια. Από την καθημερινή συναναστροφή και το μοίρασμα σκέψεων, ελπίδων και αγωνιών, μέχρι την ανοχή η ακόμη και την ανοικτή εχθρότητα και την απαξίωση. Καθόλου δεν το είχα φανταστεί ότι ένα σεμινάριο με συγκεκριμένη ύλη και διάρκεια θα πολλαπλασιάζονταν γνωσιακά και θα ενισχύονταν από το παράλληλο μάθημα που σου χαρίζει η αναγκαστική συνύπαρξη με μια ομάδα ανθρώπων που θεωρητικά ναι μεν έχει κοινά χαρακτηριστικά, πρακτικά όμως αποδεικνύεται τόσο εξαιρετικά ετερόκλητη.
Μοναδικό κέρδος το χαρακτηρίζω αυτό εγώ, που είχα χρόνια να βρεθώ σε ανάλογο περιβάλλον, και φυσικά δεν αναφέρομαι στην ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών που με έκανε «σοφότερο». Αναφέρομαι στην ίδια τη συναναστροφή και καθημερινή αντιμετώπιση έως και αντιπαράθεση με ανθρώπους που ενώ αρχικά νομίζεις ότι βρίσκονται εκεί για τον ίδιο σκοπό με εσένα, σύντομα διαπιστώνεις πως ο καθένας έχει τη δική του ατζέντα. Εμφανή ψυχολογικά προβλήματα και κόμπλεξ μάχονται με τη γνήσια επιθυμία για μάθηση, την θέληση για εργασία, την προσπάθεια έστω βελτίωσης του βιογραφικού, συχνά μέσα στο ίδιο πρόσωπο, διαμορφώνοντας όλα μαζί ένα πρόγραμμα που προσωπικά το χαρακτηρίζω κατώτερο των προσδοκιών μου. Κι όμως, η προσπάθεια συμπόρευσης με τόσα διαφορετικά άτομα και η προσπάθεια γεφύρωσης των διαφορών μας και των «θέλω» ώστε να καταλήξουμε όλοι μαζί σε ένα κοινά αποδεκτό αποτέλεσμα, είναι ένα νέο μάθημα για εμένα.
Μην απορείτε που αυτό το αποκαλώ «κέρδος», γιατί κέρδος είναι πραγματικό, το να συνυπάρχεις θες δε θες σε μια κλειστή ομάδα για τόσο καιρό, αναγκαζόμενος να ανταπεξέλθεις σε τόσες πιέσεις, εσωτερικές και εξωτερικές. Βλέπεις τα δυνατά σου και τα αδύνατα σημεία σου, μαθαίνεις πως να διαχειρίζεσαι μια κατάσταση της οποίας ποτέ δεν έχεις τον έλεγχο, παρά μόνο μια ψευδαίσθηση αυτού. Πως να τα φέρνεις βόλτα για να πάρεις το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, όταν οι απόψεις όλων είναι τόσο, μα τόσο διαφορετικές, και η αντικειμενικότητα της κατάστασης φαντάζει άξαφνα απίστευτα υποκειμενική.
Έχοντας βιώσει όλα αυτά τα συναισθήματα, νομίζω πως έχω το ελεύθερο να κάνω μια μικρή αναφορά στον καθένα, με ελαφρά περιπαικτική διάθεση:
Ο Νέαρχος, που μας έκανε να αναρωτιόμαστε σε πόσους συλλόγους και ενώσεις μπορεί πραγματικά να είναι μέλος (αλλά δεν υπήρχε πολιτικός/πρόεδρος/επικεφαλής/υποψήφιος που να μην τον γνώριζε προσωπικά)
Ο Γιάννης, που μάλλον το πάει για εκπομπή μαγειρικής (αλλά αποδείχθηκε από τους σταθερότερους συμμετέχοντες, παρά το φόρτο εργασίας που είχε)
Η Ηλιάνα, που ζητούσε τακτικά διαλείμματα για τσιγάρο (αλλά ήταν πάντα από τους πρώτους στο μάθημα κάθε πρωί)
Ο Πάνος, που παίζει και να διατηρούσε αναλυτικό, πολύχρωμο excelόφυλλο με τις παρουσίες/απουσίες του καθενός (αλλά ποτέ δεν θα το χρησιμοποιούσε για να εκθέσει κάποιον)
Η Ρέα, που δεν μπορούσε να ανεχθεί κανέναν μας χωρίς τον απαραίτητο καφέ και τα κουλουράκια (αλλά δεν σταμάτησε ποτέ να διεκδικεί ψωμί-παιδεία, εμ, συγγνώμη, καφέ-βουτήματα-κρουασανάκια, για όλη την ομάδα)
Η Ντέμη, που ίσως να το πάει για influencer (και σίγουρα θα μαζέψει άπειρους followers με την τακτικότητα που ανεβάζει στα social media)
Η Σοφία, που προχώρησε σε υπερκατανάλωση χαρτομάντιλων και δεν ξέρω πως βγάζει χειμώνα στα βόρεια απ’ όπου κατάγεται (αλλά διεκδίκησε δυναμικά διαχωρισμό όχι κράτους-θρησκείας αλλά αντρικών-γυναικείων τουαλετών)
Ο «challenge accepted» μυστηριώδης Νίκος, που κάποιοι στο τμήμα θεώρησαν πως μπορεί ακόμη και να είναι εκεί για να μας κατασκοπεύσει (αλλά αποδείχθηκε σημαντικός σύμμαχος σε κάθε διεκδικητική προσπάθεια)
Ο Αριστείδης, που ήρθε από μακριά για να παρακολουθήσει το σεμινάριο και συχνά απογοητευόταν με όσα συνέβαιναν (αλλά επέδειξε απίστευτη στωικότητα και υπομονή καθ’ όλη τη διάρκεια)
Η Ρούλα, που το σύμπαν και η τύχη της συνωμότησαν για να χάσει το σεμινάριο (αλλά εκείνη τα κατάφερε κι έμεινε μέχρι τέλους)
Ο Βασίλης, το καλύτερο βιογραφικό στην Ελλάδα (μετά τον Κυριάκο Μητσοτάκη) που μάλλον τον κέρδισε από νωρίς η πολιτική (αλλά μέχρι να εκλεγεί κατάφερε να προσθέσει άλλο ένα μπουλετάκι στο CV του)
Ο Γαβρίλης, που στάνταρ του πέρασε από το μυαλό να μας πουλήσει ως ιδέα για τηλερεάλιτι με πρωταγωνιστές οριακά ψυχοπαθείς άνεργους καταρτιζόμενους (αλλά σίγουρα θα μας έκοβε ποσοστό από τα δικαιώματα)
Η Μιμή, που κατάφερε να μάθει τις πιο προσωπικές πληροφορίες όλων μας (αλλά δεν θα τις διαθέσει σε σκανδαλοθηρικό περιοδικό γιατί δεν είναι του στυλ της)
Η Σούζυ, που μας εγκατέλειψε όταν διαπίστωσε πως οι επανειλημμένες προσπάθειές της να επαναφέρει στο προσκήνιο το γλωσσικό ζήτημα και το πολυτονικό (ωστόσο η επιρροή της στην ομάδα ήταν αντιστρόφως ανάλογη της φυσικής της παρουσίας της)
Ο Παναγιώτης, «το σιγανό ποταμάκι» που έπιανε διακριτικά τις γωνίες και χάνονταν σαν ninja (αλλά που με τις εκλάμψεις του προωθούσε τη συζήτηση όπου χρειαζόταν).
Ναι-ναι, καλά μετράτε, 15 βγαίνουν κι όχι 14, γιατί κάπου εκεί μέσα είμαι κι εγώ, με παραλλαγμένο όνομα βέβαια, όπως όλοι. Γιατί στην τελική, ακόμη και οι αντιθέσεις που νομίζαμε ότι έχουμε μεταξύ μας, στην πραγματικότητα μας ενώνουν και μας κάνουν ένα. Τα «ψυχολογικά» μας και οι προβληματισμοί μας, μπορεί να μην είναι ίδιο του καθενός ατομικά αλλά συλλογικό χαρακτηριστικό ανθρώπων συγκεκριμένου μορφωτικού επιπέδου και επαγγελματικού κλάδου, που όμως βιώνουν την ανεργία και πολλές ματαιωμένες προσδοκίες.
Μια κατάσταση, πολλές φορές εκρηκτική, δημιουργείτε έτσι, μια κατάσταση η οποία προϋποθέτει σωστή χρήση επικοινωνιακών τεχνικών για τη διαχείρισή της, κάτι στο οποίο φοβάμαι πως αποτύχαμε συνολικά. Εάν μπορώ, έστω εκ των υστέρων, να διατυπώσω δύο κανόνες, αυτοί θα είναι οι παρακάτω:
Διαχείριση της πληροφορίας ή αλλιώς, η σιωπή είναι χρυσός.
Πράγματι, είναι προτιμητέο να μην εισέρχεσαι σε μικρο-αντιπαραθέσεις που δεν καταλήγουν πουθενά. Ειδικά μάλιστα όταν αντιλαμβάνεσαι πως σκοπός αυτών των αντιπαραθέσεων δεν είναι η σύνθεση απόψεων προς έναν κοινό στόχο, αλλά απλά και μόνο η αντιπαράθεση αυτή καθ’ αυτή και η δική σου έκθεση. Το λέγανε ωραία η παλιότεροι και είδα και κάποιους να το εφαρμόζουν με επιτυχία κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου: Μη μιλάς! Δεν είναι ότι δεν παίρνεις θέση, δεν είναι ότι δεν έχεις άποψη, είναι πολύ απλά μια ένδειξη ότι σέβεσαι τον εαυτό σου και δεν καταδέχεσαι να μπεις στο τριπάκι του καθένα. Γιατί όσο συγκροτημένη άποψη και θέση αν έχεις, νικητής δεν πρόκειται να βγεις, είσαι χαμένος ήδη από τη στιγμή που αποδέχθηκες την πρόκληση.
Το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές ή αλλιώς, όταν αποφασίσεις να μιλήσεις, πέστα όλα και μην αφήνεις καμία αμφιβολία για το τι πραγματικά πιστεύεις.
Άλλο ένα λάθος που και προσωπικά διαπράττω συχνά. Γιατί όταν έρχεται η ώρα που πλέον δεν επιθυμείς να διαχειριστείς τη πληροφορία που θα δώσεις, τότε πρέπει να το πράξεις με απόλυτο τρόπο, δίχως να αφήνεις να διαχέονται μισά νοήματα. Απλά κάντο!
Να, είδατε, τελικά είχα και μάθημα στο τέλος της αυτή η ανάρτηση, όχι μόνο προσωπικές εξομολογήσεις και συναδελφικό θάψιμο. Γιατί, κάθομαι και σκέφτομαι, από πόσες δύσκολες καταστάσεις και ήξεις-αφήξεις θα είχαμε γλιτώσει αν επιλέγαμε να μην εισέλθουμε και πάρουμε θέση σε κάθε προσωπική αντιπαράθεση που ξεσπούσε άνευ λόγου και αιτίας κι αν αντί για τα σούξου-μούξου επιλέγαμε την ξεκάθαρη διατύπωση της θέσης μας, και σε όποιον αρέσει.
Για να δω εγώ που τα λέω, το πήρα το μάθημά μου; Θα τα κάνω πράξη;